Μεγάλη Τετάρτη - Ὁ Νιπτῆρας
«Ταπεινούμενος δι᾿ εὐσπλαχνίαν, πόδας ἔνιψας τῶν μαθητῶν σου, καὶ πρὸς δρόμον θεῖον τούτους κατεύθυνας». Μ᾿ αὐτὴ τὴ φράση ἀποτυπώνεται μία ἀπὸ τὶς κορυφαῖες σκηνὲς ταπείνωσης στὴ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ, μία ἀφάνταστα παράξενη εἰκόνα γιὰ ἕναν διδάσκαλο, ἕναν ἡγέτη, κάποιον ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ ἐξουσιάζει γῆ καὶ οὐρανό! Ὁ Χριστὸς σκύβει καὶ πλένει τὰ πόδια τῶν μαθητῶν Του καὶ μάλιστα ἀρνεῖται ὁποιαδήποτε συζήτηση σχετικὰ μὲ τὴ σκοπιμότητα τῆς πράξης. Ὁ Πέτρος, ἂν δὲν δεχτεῖ τὴν νίψη, δὲν ἔχει καμία σχέση μὲ τὸν Κύριο, ἀποκόβεται, γιατί στὸ ὄνομα τῆς ἀρνήσεως τῆς ταπείνωσης καὶ τῆς προσφορᾶς, βιώνει τὴν κυριαρχία τοῦ ἐγωισμοῦ, ποὺ ἀπορρίπτει τὴν προσφορά!
Εἶναι παράξενο γιὰ τοὺς ἡγέτες τῆς κάθε ἐποχῆς νὰ συμπεριφέρονται ἐν ἁπλότητι. Συνοδευόμενοι ἀπὸ τοὺς σωματοφύλακες, τοὺς ἰσχυρούς, αὐτοὺς ποὺ τοὺς στηρίζουν, ἠχοῦν στ᾿ αὐτιὰ τοὺς ἀπελπιστικὰ χωρὶς ἀντίκρισμα φράσεις ὅπως «οὐκ ἦλθον διακονηθῆναι, ἀλλὰ διακονῆσαι», «ὁ μείζων ἐν ὑμὶν γενέσθω ὡς ὁ νεώτερος, καὶ ὁ ἡγούμενος ὡς ὁ διακονῶν». Ἔχοντας μάθει νὰ ἐξουσιάζουν, νὰ παραδίδουν μὲ πολλὴ δυσκολία τὴν ἐξουσία ἢ νὰ γαντζώνονται σ᾿ αὐτὴν χωρὶς διέξοδο, δὲν μποροῦν νὰ διανοηθοῦν ὅτι πρώτιστο χρέος τοῦ ἡγέτη εἶναι νὰ ἀγαπᾶ, νὰ προσφέρει καὶ νὰ διακονεῖ!
Αὐτὸ εἶναι τὸ ἦθος καὶ ἡ πρόταση τῆς Ἐκκλησίας στὸν κόσμο μας! Διακονεῖς ὅταν συγχωρεῖς, διακονεῖς ὅταν ἀναλώνεσαι ἀκούγοντας τοὺς καημοὺς τοῦ ἄλλου, ὅταν τὸ ἀξίωμά σου, τὸ χάρισμά σου, τὸ ρόλο σου δὲν τὸν χρησιμοποιεῖς γιὰ νὰ προβάλεις τὸν ἑαυτό σου, ἀλλὰ γιὰ νὰ προσφέρεις στὸν ἄλλο, διακονεῖς ὅταν τὸ μέλημά σου δὲν εἶναι νὰ ἐξαπατήσεις τὸν ἄλλο, ἀλλὰ νὰ τοῦ προσφέρεις τὴν ἀλήθεια τῆς πραγματικότητας καὶ τὴν προσπάθεια μὲ σένα μπροστὰ γιὰ τὴν ἀλλαγὴ ἐπὶ τὰ βελτίω, διακονεῖς ὅταν τὸ ἐγώ σου, τὴ νίκη σου, τὸν θρίαμβό σου, τὸν μεταμορφώνεις σὲ θρίαμβο τῶν πολλῶν, σὲ παραίτηση ἀπὸ τὴν ἀτομική σου αὐτάρκεια, τὴν ἀτομική σου εὐτυχία, τὴν ἀτομική σου δόξα!
Ἂν τὸ ἦθος αὐτὸ ἔβρισκε ἀνταπόκριση σὲ ὅλη τὴν κοινωνία, στὸ ἐπάγγελμα, τὴν πολιτική, στὴν οἰκογένεια, ἀλλὰ καὶ ἐνίοτε στὴν Ἐκκλησία, τότε θὰ εἴχαμε μία μυστικὴ μεταμόρφωση τοῦ κόσμου καὶ τῆς κοινωνίας σὲ σῶμα Χριστοῦ, ὅπου τὰ μέλη θὰ ἔπασχαν τὸ ἕνα γιὰ τὸ ἄλλο, ὅπου κανεὶς Δὲ θὰ ζητοῦσε τὰ ἑαυτοῦ ἀλλὰ ἕκαστος τὰ τοῦ ἑτέρου, ὅπου ἡ ἀγάπη καὶ ἡ ταπείνωση θὰ δημιουργοῦσαν τὴν συναίσθηση πῶς τὰ πάντα στὴ ζωὴ ἔχουν ὡς σκοπὸ τὸ χαμόγελο τοῦ διπλανοῦ σου, ἀκόμα κι ἂν αὐτὸ συνεπάγεται λιγότερο κέρδος, χαμηλότερη παραγωγικότητα, λιγότερη ἀνάπτυξη! Γιατί τί νὰ τὴν κάνεις τὴν ἀνάπτυξη, ὅταν αὐτὴ κοστίζει σὲ χαμόγελο, ἀγάπη, καθαρὴ καρδιά, ἁπλότητα, χρόνο γνήσιας ζωῆς;
Ἡ ταπείνωση τοῦ Χριστοῦ ποὺ ἔνιψε τὰ πόδια τῶν μαθητῶν Του, εἶναι καρπὸς τῆς εὐσπλαχνίας του, τῆς καρδιᾶς ποὺ ἀγαπᾶ χωρὶς ὅρια τὸν ἄνθρωπο. Ὁδηγεῖ στὸ θεῖο δρόμο, αὐτὸ τῆς προσφορᾶς καὶ ὄχι τῆς ἀνταμοιβῆς! Εἶναι ἕνα ἦθος σπάνιο καὶ δυσεύρετο, γιατί ἡ εὐτυχία σήμερα μετριέται μὲ τὴν ἱκανοποίηση τοῦ ἀνθρώπινου ἐγωισμοῦ! Ὅλη ἡ πορεία τοῦ Ναζωραίου δὲν ἦταν τίποτε ἄλλο ἀπὸ ταπείνωση. Κι ὅσοι τὸν ἀκολουθοῦν, αὐτὸ τὸ δρόμο ἀκολουθοῦν!
Ἂν ἡ θρησκευτικότητα σήμερα ἀποτυγχάνει νὰ ὁδηγήσει τὴν πλειοψηφία τῶν ἀνθρώπων στὴ γνήσια πίστη, αὐτὸ ὀφείλεται καὶ στὸ γεγονὸς ὅτι δὲ φαίνεται κανεὶς νὰ νίπτει τὰ πόδια τοῦ κόσμου, νὰ τοῦ προσφέρεται ὁλόψυχα, χωρὶς νὰ διατάζει, νὰ διακονεῖ χωρὶς νὰ ἐξουσιάζει! Ἴσως, γιατί ἡ ταπείνωση δὲν φωνάζει, ὅπου κι ἂν ὑπάρχει! Καὶ εἶναι σίγουρο ὅτι ὑπάρχει! Ἄλλωστε, χάρις σ᾿ αὐτὴ τὴν κρυμμένη διακονία ζεῖ αὐτὸ τὸ μικρὸ λείμμα ποὺ θὰ παλεύει γιὰ τὴν μεταμόρφωση τοῦ κόσμου! Καὶ θὰ σκουπίζει μὲ τὸ λέντιο τῶν δακρύων καὶ τῆς προσευχῆς τὰ κουρασμένα πόδια ὅσων πορεύονται στὴν ἀγωνία τῆς ζωῆς! Γιὰ νὰ ἀφήσει νὰ σταλάζει στὶς κουρασμένες καρδιὲς τὸ κρυμμένο ἐκεῖνο χαμόγελο τῆς ἀγάπης καὶ τῆς ἐλπίδας! Ὅπως ἀκριβῶς τὸ δικό Του!
Μεγάλη Τετάρτη - Ἡ ἁμαρτωλός
Παίρνει καὶ ἡ ψυχὴ αὐτὴ μέρος στὸ θεῖο δράμα. Ἐκεῖ, στὸ περιθώριο τοῦ Πάθους, παίζει κι αὐτὴ τὸ ρόλο της, τὸν τόσο διδακτικὸ παρ᾿ ὅλη τὴν ἄφρονη ζωή της, τὸν τόσο τίμιο παρ᾿ ὅλη τήν, μέχρι τότε, ἀτιμωτικὴ διαγωγή της.
Ὁ Κύριος, λίγες ἡμέρες πρὸ τοῦ Πάθους, κάθεται προσκεκλημένος στὸ τραπέζι τοῦ πλουσίου Σίμωνος. Δὲν εἶναι φάγος καὶ πότης. Μὰ ἐδῶ πρόκειται νὰ γίνη κάτι ποὺ «ὅπου ἐὰν κηρυχθῇ τὸ Εὐαγγέλιον... ἐν ὄλῳ τῷ κόσμῳ, λαληθήσεται καὶ ὃ ἐποίησεν αὕτη» (Ματθ. 26, 13). Πρόκειται μία ψυχὴ ν᾿ ἀποδείξη μὲ τρόπο χειροπιαστὸ τὴ συντριβή της ποὺ συντρίβει τὰ δεσμὰ τῆς ἁμαρτίας. Μία ψυχὴ πού, γιὰ τὸν Χριστό, ἔχει ἀξία ἀνείπωτη, περισσότερη ἀπ᾿ ὅ,τι ἔχουν ὅλα μαζὶ τ᾿ ἀγαθά του Σίμωνος. Πρὸς χάριν τῆς ψυχῆς αὐτῆς ὁ Κύριος γίνεται συνδαιτημῶν στὸ δεῖπνο τοῦ Φαρισαίου.
Καὶ νὰ ὅτι μέσα στὴ λαμπρὴ ἐκείνη ἀτμόσφαιρα, πού, παρ᾿ ὅλη τὴν ἐπιφάνεια, κρύβει βαθειὰ ὑποκρισία καὶ κακότητα, διασκελίζει τὸ κατώφλι τοῦ σπιτιοῦ μία γυναίκα. Δὲν εἶναι ἄγνωστη. Ὄχι. Εἶναι ἡ παραστρατημένη τῆς γειτονιᾶς... Γνωστὴ σὲ ὅλους πού, σὰν τὶς λευκὲς κι ἀμόλυντες περιστερές, περιτριγυρίζουν τώρα τὴν ἐνσάρκωση τῆς ἁγιότητας, τὸν Κύριο. Ἡ ὑποκριτικὴ ψυχή τους, τοὺς ἀναγκάζει νὰ τῆς ρίξουν βλέμματα περιφρονητικά. Καὶ ταυτόχρονα νὰ διερωτηθοῦν, σὰν τί ἄραγε νὰ ζητοῦσε στὸ σπίτι αὐτό, ἡ διεφθαρμένη...
Τὸ βάδισμά της εἶναι διστακτικό. Καμμιὰ προκλητικότητα στὶς βαρειές της κινήσεις. Τὰ μάτια της πού, ἄλλοτε, ἔπαιζαν πρωτεύοντα ρόλο, στὴν ἄγρα τῶν θυμάτων, τώρα κατεβασμένα, χαμηλωμένα, ταπεινά, βλέπουν τὴ γῆ μέσα ἀπὸ φακοὺς βρεγμένους. Τὰ μαλλιά της ποὺ χύνονται στοὺς ὤμους της, τούτη τὴ βραδιὰ φαίνεται πὼς κάποιον ἄλλο ρόλο ἑτοιμάζονται νὰ παίξουν. Τὸ φέρσιμό της, συσταλτικό, εἶναι τόσο δαφορετικό, τόσο ἐπιβλητικὸ ἀπόψε, λὲς κι ἀπότομα ἄλλαξε σκοποὺς ἡ γυναίκα, κι ἔχει κάτι τὸ βαρυσήμαντο νὰ πεῖ καὶ νὰ κάνει.
Καὶ νά! Μὲ βῆμα ἤρεμο, σιγαλὸ μὰ καὶ σταθερό, πλησιάζει Ἐκεῖνον ποὺ εἶναι ὁ τιμώμενος τῆς βραδιᾶς. Κι Ἐκεῖνος τὴν παρακολουθεῖ. Καὶ τὴν ἀφήνει.
Νοιώθοντας, μὲ τὸ ἀλάθητο αἰσθητήριό της, τὴ μεγαλοσύνη Του, πλησιάζει κοντά. Κι ἐνῷ τὰ μάτια στυλώνονται στὴ γῆ, τὰ γόνατα λυγίζουν καὶ τὰ δάκρυα χύνονται μ᾿ ἀναφιλητὰ καὶ στεναγμούς. Κι ἐκεῖ, τὴ στιγμὴ ποὺ ἕνα πλάσμα πεσμένο στὰ πόδια τοῦ Πλάστη καὶ Θεοῦ του, ζητᾶ τὴν ἐξιλέωση καὶ βρίσκει τὴ γαλήνη, ἡ ἀνθρώπινη κακία, ξεκινώντας ἀπὸ διαφορετικὲς σκοπιές, εἴτε μὲ τὴ μορφὴ τοῦ Φαρισαίου, εἴτε μὲ τὴ μορφὴ τοῦ Ἰούδα, σπεύδει νὰ βυθιστεῖ στὴν ἄβυσσο τοῦ Θανάτου.
Ὁ Κύριος εὐσπλαχνίζεται. Δέχεται τὴ μετάνοια. Παραχωρεῖ τὴν ἄφεση. Γιατί ἂν ὁ Κύριος μισεῖ θανάσιμα τὴν ἁμαρτία καὶ τὴν ἀποστρέφεται μὲ ὀργή, ὅμως ἀγαπᾶ στοργικά, πατρικά, ἀνέφελα τὸν ἁμαρτωλὸ καὶ τὸν συναναστρέφεται.
Γιὰ τοὺς ἄλλους ἦταν μία ἀποκάλυψη αὐτὸ ποὺ ἔγινε στὸ σπίτι τοῦ Φαρισαίου. Γιατί γιὰ πρώτη φορὰ ἔβλεπαν νὰ ἐγκαινιάζεται μία νέα τάξις πραγμάτων, τελείως διαφορετικὴ ἀπὸ ἐκείνη ποὺ ἡ τυπικότης καὶ αὐστηρότητα τοῦ Νόμου εἶχεν ἐγκαθιδρύσει. Ἔπαιρναν σὰν προσωπική τους ἐμπειρία ὁ καθένας τὸ νόημα τῆς Χάριτος πού, ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸν Νόμο, ἐρχόταν πλέον νὰ σφραγίση τὴ νέα Διαθήκη τοῦ Θεοῦ μὲ τοὺς ἀνθρώπους.
Ἡ πράξη τῆς γυναίκας ἐκείνης ἔμεινε στὴν ἱστορία. Γιατί ὄχι μόνον ἦταν μία παραφωνία γιὰ τὴν ἐποχή της, ἀλλὰ ἀκόμα γιατί προδίκαζε τὴ στάση τοῦ Θεοῦ ἀπέναντι στὸ μεγάλο πρόβλημα τῆς ἁμαρτίας.
Δυὸ θαυμάσια διδάγματα ξεπηδοῦν ἀπ᾿ τὴν ἱστορία. Τὸ ἕνα ἀπὸ μέρους τοῦ πομποῦ -τῆς γυναίκας. Τὸ ἄλλο ἀπὸ μέρους τοῦ δέκτου -τοῦ Ἰησοῦ.
Ἡ γυναίκα στὴ μορφὴ τῆς κρύβει ὅλους μας. Ἂς μὴ παραξενευθεῖ κανεὶς ὅτι δῆθεν τὸν παρομοιάζουμε μὲ μία τέτοια βδελυρὴ προσωπικότητα. Γιατί ἂν ὁ ἄνθρωπος ἔμαθε νὰ κάνη διακρίσεις καὶ νὰ κατατάσσει σὲ ποιότητες τὶς ἁμαρτίες του, δὲν συμβαίνει βέβαια τὸ ἴδιο καὶ μὲ τὸν Θεό. Γι᾿ αὐτὸν δὲν ὑπάρχουν ἁμαρτίες μεγάλες κι ἁμαρτίες μικρές, βδελυρὲς ἢ ἐλαφρές, σοβαρὲς ἢ ἐπιπόλαιες. Ἀπέναντί Του ὅλοι μας βρισκόμαστε στὸν ἴδιο παρονομαστή. Ἀφοῦ ὁ «πταίσας ἐν ἐνὶ γέγονε πάντων ἔνοχος». Ἔτσι τὴ συντριβὴ ποὺ ἡ γυναίκα ἐκείνη αἰσθάνθηκε, θὰ πρέπη ὅλοι μας νὰ αἰσθανθοῦμε στὸν ἴδιο, ἂν ὄχι σὲ μεγαλύτερο, βαθμό. Κι αὐτὸ ἀδιάφορο, ἄν, κατὰ τὴν ὑποκειμενική μας κρίσι, ἐμεῖς ἀπέχομε πολὺ ἀπ᾿ τὸ βάραθρο ὅπου ἐκείνη εἶχε καταπέσει.
Ἂς ἀφήσουμε τὶς ὑποκειμενικότητες καὶ τὶς συμβατικότητες τῆς ζωῆς. Κι ἃς διδαχθοῦμε τὸ μάθημα τῆς συντριβῆς μπρὸς στὸν ὕψιστο Θεό. Ἡ γυναίκα ποὺ τὴ βραδιὰ ἐκείνη «ἤπλωσε τὰς τρίχας» πρὸς τὸν Δεσπότη, καὶ μὲ τὸ μύρο ἄλειψε τοὺς παναχράντους Του πόδας, ἂς γίνη χειραγωγός μας -καὶ αὐτὴ ἡ παραστρατημένη- πρὸς τὸν Χριστό, τὸν Μέγαν Εὐεργέτη. Κι ἃς κινήσει καὶ στὶς δικές μας ψυχές, τὶς εὐαίσθητες χορδὲς ποὺ ἡ συνείδησή μας φέρει, προκειμένου νὰ ὁδοποιήση τὴν πορεία τῆς ἐπιστροφῆς μας πρὸς τὸν Χριστό.
Καὶ κάτι ἄλλο. Στὴν ἀγαθὴ πρόκλησή της, ὁ Κύριος ἀπαντᾶ καταφατικά. Δέχεται τὴ μετάνοια, ἀκούει τοὺς στεναγμούς, ὑπολογίζει τὰ δάκρυα, αἰσθάνεται τὸ θρῆνο, δὲν ἀγνοεῖ τὴν συντριβή. Ἡ στάση Τοῦ ξαφνιάζει. Κανεὶς δὲν τὴν περιμένει. Γιατί καὶ κανεὶς δὲν εἶχε μάθει μέχρι τότε πὼς σκέπτεται ὁ Θεός.
Τώρα γλυκοχαράζει στὸν ὁρίζοντα ἡ αὐγὴ τῆς Νέας Διαθήκης. Ἀπ᾿ τὸ ἕνα μέρος μαζί με τὴν ἁμαρτωλό, ὅλοι ἐμεῖς οἱ κατάδικοι, οἱ ἐξόριστοί του Παραδείσου, οἱ αἰχμάλωτοι τῶν παθῶν, προσμένουμε μὲ ἐλπίδα. Κι ἐκεῖ, πάνω ἀπ᾿ τὴν κορφὴ τοῦ βουνοῦ, ἀνατέλλει ὁ λαμπρὸς ἥλιος τῆς ἀγάπης ποὺ θὰ διαλύσει τὴν παγωνιὰ καὶ θὰ θερμάνει τὶς ψυχρὲς καρδιές. Ὅπως ἀνεβαίνει στὸ στερέωμα σιγά-σιγά, στέλνει τὶς ἀκτίνες τοῦ πρὸς ὅλους. Ὅλοι πρέπει νὰ μάθουν τί ἀξίζει ἡ γλυκιά του θαλπωρή. Κι ὅλοι πρέπει νὰ τρέξουν ν᾿ ἀποθέσουν, στοῦ ἥλιου αὐτοῦ τὴ θέα, τὸ βάρος τῆς ἐνοχῆς ποὺ τοὺς πιέζει.
Σήμερα, ἔπειτα ἀπὸ 20 αἰῶνες, ἡ πράξη τῆς ἁμαρτωλοῦ μᾶς συγκινεῖ. Καὶ μᾶς διδάσκει πόσον διαφορετικὰ κρίνει ὁ κόσμος καὶ πόσον διαφορετικὰ κρίνει ὁ Θεός. Κι εἶναι αὐτὸ τὸ πιὸ ἐλπιδοφόρο, τὸ πιὸ σημαντικὸ δίδαγμα γιὰ ὅλους μας.
Καθ. Π. Πάσχος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου